Keep an Eye on Frames’ History

Ευχαριστούμε πολύ την κα Ντιάνα Παϊσίου για τη βοήθεια στην έρευνα και την ανάπτυξη του κειμένου

Η ιστορία των γυαλιών οράσεως

Μπορεί οι Αρχαίοι Έλληνες, οι Αιγύπτιοι και οι Ρωμαίοι να μην είχαν γυαλιά οράσεως ούτε κανένα άλλο οπτικό βοήθημα, είχαν όμως θεωρίες για τα οπτικά βοηθήματα τις οποίες δεν είχαν κάνει ποτέ πράξη.

Ο Ρωμαίος φιλόσοφος Seneca ανακάλυψε πως τα αντικείμενα φαίνονται μεγαλύτερα και καθαρότερα κοιτώντας τα μέσα από ένα γυάλινο μπολ γεμάτο με νερό. Εντούτοις, ο Seneca απέδωσε τη μεγέθυνση στο νερό και όχι στην καμπυλότητα του μπολ. Ο Έλληνας αστρονόμος και μαθηματικός Πτολεμαίος έκανε αλματώδη πρόοδο τον 2ο αιώνα υπολογίζοντας τη γωνία διάθλασης των ακτίνων του φωτός και το δείκτη διάθλασης του νερού και του γυαλιού. Στο εγχειρίδιό του για την οπτική περιγράφει την αρχή της μεγέθυνσης. Αυτό το βιβλίο μεταφράστηκε αργότερα στην αραβική γλώσσα. Τον 11ο αιώνα ο Alhazen που ήταν επίσης αστρονόμος και μαθηματικός έγραψε στο βιβλίο του «Ο θησαυρός γνώσεων της οπτικής» πώς είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί γυάλινο μπολ για να φαίνονται τα αντικείμενα μεγαλύτερα. Ο «θησαυρός γνώσεων της οπτικής» μεταφράστηκε το 1240 στη λατινική γλώσσα. Οι πρώτοι που έκαναν τη θεωρία του Alhazen πράξη ήταν πιθανότατα ηλικιωμένοι μοναχοί στην Αγγλία και στη Γερμανία. Επεξεργάστηκαν κομμάτι ορυκτού κρυστάλλου φτιάχνοντας μία κυρτή πέτρα την οποία και τοποθετούσαν πάνω στα κείμενα για να μπορέσουν, παρά την ηλικία τους, να διαβάσουν και πάλι.

Κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα η πέτρα διαβάσματος γνώρισε πολλές αλλαγές στον σχεδιασμό της. Τρίφτηκε έως ότου γίνει επίπεδη και πήρε τη μορφή φακού. Ο φακός τοποθετήθηκε σε ένα πλαίσιο εφοδιασμένο με χερούλι.
Έτσι οι αναγνώστες αντί να τοποθετούν την πέτρα διαβάσματος πάνω στα κείμενα, κρατούσαν το φακό κοντά στο μάτι.
Οι πρώτοι οφθαλμικοί φακοί κατασκευάστηκαν γύρω στο 1285 στη Βενετία, που αποτελούσε το κέντρο της βιομηχανίας του γυαλιού της εποχής, αρχικά από κρύσταλλο και αργότερα από γυαλί, ενώ οι σκελετοί κατασκευάζονταν από ξύλο και κέρατο.
Τον σκελετό αποτελούσαν δύο μέρη κομμένα, από ένα κομμάτι ξύλου το καθένα, τα οποία είχαν μία μικρή σχισμή για την τοποθέτηση του φακού.
Στη συνέχεια, η κάθε σχισμή δενόταν με σκοινί ή σύρμα για να συγκρατούνται οι φακοί και τα δύο μέρη πιάνονταν μεταξύ τους με ένα γόμφο.
Το μεσαίωνα οι άνθρωποι ήταν κατά πλειοψηφία αναλφάβητοι γι’ αυτό και τα γυαλιά με το γόμφο χρησιμοποιήθηκαν κυρίως από τους μελετητές και τους κληρικούς για τα επόμενα 400 χρόνια περίπου.
Κατά το 15ο αιώνα δημιουργήθηκε ένα νέο είδος, τα γυαλιά με γέφυρα τύπου αψίδας, αντικαθιστώντας σταδιακά τα γυαλιά με το γόμφο. Τα καινούρια γυαλιά ήταν μονοκόμματα, έχοντας ανάμεσα στους δυο φακούς μία τοξοειδή γέφυρα που επέτρεπε στον σκελετό να πιάνεται στη μύτη. Ο σκελετός μπορεί να ήταν από δέρμα, κέρατο, κόκαλο, ξύλο, σίδηρο, μπρούτζο, ασήμι ή κόκαλο φάλαινας. Το δέρμα ήταν το πιο δημοφιλές αρχικά, αφού έπειτα από σχετική διεργασία γινόταν πολύ εύκαμπτο, αλλά εγκαταλείφθηκε σχετικά γρήγορα, διότι η στήριξη στη μύτη απαιτούσε πολύ σφιχτές εφαρμογές.
Επίσης, εκείνη την περίοδο κατασκευάστηκαν και οι πρώτες θήκες γυαλιών από ξύλο, με επένδυση χαρτιού.

Η Βενετία και η Νυρεμβέργη αποτελούσαν τα μεγαλύτερα κέντρα παραγωγής γυαλιών. Μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας γύρω στο 1450, όλο και περισσότεροι άνθρωποι ήρθαν σε επαφή με τα βιβλία και με τα γραπτά γενικότερα, αυξάνοντας έτσι την ανάγκη των γυαλιών οράσεως. Στα σημαντικά εμπορικά κέντρα στη Γαλλία και τη Γερμανία -και αργότερα στην Αγγλία και την Ισπανία-, οι παραγωγοί γυαλιών διαμόρφωσαν τις συντεχνίες. Αυτοί οι επαγγελματικοί οργανισμοί θέσπισαν κανόνες που ρύθμιζαν την κατασκευή των γυαλιών.

Πριν από το 1500 οι μόνοι διαθέσιμοι οφθαλμικοί φακοί ήταν οι πρεσβυωπικοί, αλλά αυτή τη χρονολογία περίπου ανακαλύφθηκαν και οι φακοί για τη διόρθωση της μακρινής όρασης.
Παρόλο που με το πέρασμα του χρόνου τα γυαλιά με γέφυρα βελτιώθηκαν, η ανάγκη για μεγαλύτερη σταθερότητα στη στήριξή τους παρέμεινε. Σε κάποια μοντέλα γυαλιών επιχειρήθηκε η στήριξή τους σε καπέλα. Το 16ο αιώνα κατασκευάστηκαν γυαλιά οράσεως με μία καμπυλωτή μπάρα προσαρμοσμένη στη γέφυρα, όπου αναπτυσσόταν κάθετα και κατά μήκος του κεφαλιού του διοπτροφόρου και κρατιόταν σφιχτά στο κεφάλι ή την περούκα. Μία πιο δημοφιλής εφαρμογή που έγινε προσωρινά μόδα στην Ισπανία, ήταν γυαλιά που είχαν δύο μικρές τρύπες στο δεξί και αριστερό μέρος του σκελετού, από όπου ξεκινούσαν δύο σκοινιά τα οποία δενόντουσαν πίσω από τα αυτιά.

Δεν είναι σαφές πώς τα γυαλιά οράσεως έφτασαν στην Κίνα και την Ιαπωνία, πιθανότατα μέσω των ιεραποστόλων. Σε κείμενα που βρέθηκαν στην Κίνα από το 1652 γίνεται αναφορά -χωρίς περιγραφή- σε ένα αντικείμενο, το οποίο φορώντας το κανείς διόρθωνε την όρασή του, προερχόμενο από τη σημερινή Μαλαισία, η οποία τότε παρέμενε υπό γερμανική κατοχή. Στην Κίνα συναντάμε αργότερα μεγάλη ποικιλία μοντέλων γυαλιών με στηρίγματα για το αυτί. Ένα από αυτά διέθετε δύο μακριά κορδόνια που τοποθετούνταν πίσω από τα αυτιά, με βαρίδια στις άκρες για στήριξη. Οι φακοί κατασκευάζονταν από κρύσταλλο χαλαζία και χρωματίζονταν σε καπνό, με σκοπό να αποκρύπτουν τις εκφράσεις και το βλέμμα των δικαστών κατά τη διάρκεια της εξέτασης των μαρτύρων στο δικαστήριο.
Οι σκελετοί αποτελούνταν από κέλυφος χελώνας, ασήμι, χαλκό ή χρυσό.

Τα γυαλιά έγιναν σύμβολο κοινωνικής τάξης στην Κίνα και όσοι τα φορούσαν αναγνωρίζονταν ως διανοούμενοι ή προύχοντες. Το μέγεθος του σκελετού και ειδικά του φακού, δήλωνε το ταξικό επίπεδο του διοπτροφόρου. Η Ιαπωνία βρισκόταν σε πλήρη αποκλεισμό από τον έξω κόσμο από το 1639, διατηρώντας έτσι τους ιεραπόστολους μακριά από τη χώρα.
Τα γυαλιά οράσεως πιθανότατα έφεραν στην Ιαπωνία οι Γερμανοί τον 17ο αιώνα, στους οποίους επιτρεπόταν η εμπορική δραστηριότητα. Τα τυπικά ιαπωνικά γυαλιά ήταν και αυτά με στήριγμα για το κεφάλι ή σκοινιά για τα αυτιά. Τα κινέζικα και τα ιαπωνικά γυαλιά, καθώς και οι θήκες κατασκευάζονταν κυρίως από πολύτιμα υλικά και ήταν πλούσια διακοσμημένα.

Παράλληλα με τα γυαλιά οράσεως, το μονόκλ (μονός διορθωτικός φακός) χάραζε τη δική του πορεία μέσα στα χρόνια. Τρία διαφορετικά είδη έκαναν την εμφάνισή τους. Ένας μεγεθυντικός φακός ή φακός για διάβασμα τοποθετήθηκε σε σκελετό με μία σιδερένια ράβδο στον ρόλο της λαβής ή ένα κορδόνι στην άκρη του. Το μονόκλ τον 14ο αιώνα το χρησιμοποιούσαν κρατώντας το μπροστά από τα μάτια. Καθώς, όμως, τον 17ο και 18ο αιώνα η χρήση των γυαλιών οράσεως δημοσίως αποτελούσε αγένεια στην Αγγλία και τη Γαλλία, το μονόκλ χρησιμοποιήθηκε ως αποδεκτή εναλλακτική λύση. Διακοσμήθηκε με πολύτιμα υλικά και μπορούσε να φορεθεί στον λαιμό ως κόσμημα με κορδόνι ή αλυσίδα.
Το μονόκλ, το οποίο δημιουργήθηκε το 1802, ήταν και το τελευταίο είδος γυαλιών με μονό φακό. Τοποθετούνταν ακριβώς μπροστά στο μάτι, και συγκρατούνταν από τους μυς του προσώπου. Συνήθως το άκρο του σκελετού ήταν εφοδιασμένο με χαρακιές ή δύο μέρη για καλύτερη στήριξη.
Γύρω στο 1750-1760 έκαναν την εμφάνισή τους στη Γερμανία γυαλιά που αποτελούνταν από δύο μακριές λαβές πιασμένες μεταξύ τους με ένα γόμφο, που θύμιζαν ψαλίδι. Κατασκευάζονταν από κόκαλο, ξύλο, ασήμι, χρυσό και μαργαριτάρι. Συνήθως κρέμονταν στον λαιμό ή ήταν πιασμένα σε ένα προστατευτικό χερούλι-θήκη από κέρατο. Από τη Γερμανία διαδόθηκαν στη Γαλλία και την Αγγλία.

Μετά τη Γαλλική Επανάσταση διαμορφώθηκε μία νέα άποψη σχετικά με τα γυαλιά οράσεως, που είχε ως αποτέλεσμα την αποδοχή τους από την ανώτερη κοινωνική τάξη. Έγιναν πολύ γρήγορα της μόδας, σε βαθμό τέτοιο που υπαγόρευε στους αστούς να τα φορούν παρά την θαυμάσια όρασή τους! Τα γυαλιά-ψαλίδι ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή μοντέλα τον 19ο αιώνα. Παρά τη δημοτικότητά τους, όμως, δυσκόλευαν την επικοινωνία, αφού κατά τη διάρκεια των συζητήσεων ήταν αναγκαίο ο διοπτροφόρος να έχει συνεχώς μπροστά από το στόμα του τη λαβή ή το χέρι του. Γύρω στο 1780, ο Άγγλος G. Adams σχεδίασε ματογυάλια με λαβή-φασαμέν, όπως ονομάζονταν.
Έπειτα από αρκετές παραλλαγές με έναν ή δύο φακούς, με μηχανισμό ή χωρίς, με λαβή ή χωρίς λαβή πήραν τη θέση και την αξία κοσμήματος.

Τον 19ο αιώνα το θέατρο έγινε προορισμός για τα μέλη της μπουρζουαζίας. Για να μπορέσει κάποιος να απολαύσει την παράσταση στη σκηνή, αλλά κυρίως να κατασκοπεύσει τα άλλα μέλη του κοινού, τα ρούχα που φορούσαν, σε ποιον κάθονταν δίπλα κ.λπ. τα κιάλια όπερας ήταν απαραίτητα. Ήταν ένα είδος μικρού τηλεσκοπίου με κάποιο χερούλι ώστε να συγκρατείται μπρος από τα μάτια. Σταδιακά, τα κιάλια όπερας γίνονταν όλο και μικρότερα έως ότου ενσωματώθηκαν σε βεντάλιες, ομπρέλες και μπαστούνια στήριξης.

Πεντακόσια περίπου χρόνια μετά την εφεύρεση του πρώτου ζευγαριού γυαλιών οράσεως ανακαλύφθηκε ότι θα στηρίζονταν ευκολότερα στη μύτη εάν τοποθετούνταν δυο ευέλικτα πλευρικά τμήματα στον σκελετό, οι βραχίονες. Ένα τέτοιο μοντέλο πιθανότατα σχεδιάστηκε για πρώτη φορά στην Ισπανία. Στην άκρη του βραχίονα συχνά τοποθετούνταν κρίκοι, με σκοπό να περιορίζεται η πίεση στο κεφάλι. Κατά τη Rococo περίοδο 1720-1770 όταν οι περούκες ήταν στη μόδα, οι βραχίονες επιμηκύνθηκαν τόσο ώστε να στηρίζονται επάνω τους.

Ο τύπος των γυαλιών που γνωρίζουμε σήμερα προέρχεται από τα γυαλιά που σχεδιάστηκαν το 1752 από τον Άγγλο James Ayscough. Ο James Ayscough κατασκεύασε το πρώτο μοντέλο με σπαστούς βραχίονες, οι οποίοι δίπλωναν στη μέση. Αργότερα σχεδίασε ένα άλλο μοντέλο, του οποίου τα ακροβραχιόνια ήταν λυγισμένα προς τα κάτω και τοποθετούνταν πίσω από το αυτί. Η φόρμα του σκελετού γνώρισε μεγάλες αλλαγές τον 18ο και 19ο αιώνα. Ήταν στρογγυλή, οβάλ, οκτάγωνη ή τετράγωνη. Βρέθηκαν επίσης κάποια μοντέλα με διπλούς φακούς -που άνοιγαν στο πλάι-, καθώς και με χρωματιστούς φακούς. Επίσης, η γέφυρα μεταξύ των φακών άλλαζε πολύ συχνά φόρμα. Οι σκελετοί κατασκευάζονταν από κόκαλο, κέλυφος χελώνας, ασήμι, χρυσό ή χαλκό. Το 19ο αιώνα τα ακροβραχιόνια κατάληξαν κυρτά, σαν μισό τόξο για να κρατιούνται με ασφάλεια πίσω από τα αυτιά.

Τα πρώτα γυαλιά που «έπιαναν» στη μύτη σχεδιάστηκαν το 1825 από το Γάλλο Joseph Bressy. Η γέφυρα ανάμεσα στους δύο φακούς πήρε τη μορφή εύκαμπτου ημικύκλιου τμήματος σκελετού. Όταν οι φακοί τοποθετούνταν στο πρόσωπο, η γέφυρα αγκάλιαζε τη μύτη και τα γυαλιά γλιστρούσαν απαλά στη θέση τους, μένοντας εκεί. Αρκετός χρόνος χρειάστηκε για να συνηθίσουν οι διοπτροφόροι αυτό το μοντέλο, αλλά αρχικά στη Γαλλία πολύ σύντομα δημιουργήθηκε μεγάλη ποικιλία, ακόμη και τύπος με βραχίονες που διέθεταν και ένα είδος flex. Αυτά τα γυαλιά αγαπήθηκαν κυρίως από τους ευκατάστατους της μεσαίας τάξης του 19ου αιώνα, αφού θεωρούσαν ότι οι διοπτροφόροι έδειχναν διανοούμενοι. Ακόμα δε, θεωρούνταν αγένεια για την εποχή να φορά κάποιος τα γυαλιά του όταν παρευρίσκονταν με ανωτέρους.
Ο σπουδαστής, για παράδειγμα, έπρεπε να βγάζει τα γυαλιά του με την εμφάνιση του καθηγητή του. Στη Γερμανία και στην Αγγλία υπήρχε και εκεί το καθεστώς της αφαίρεσης των γυαλιών κατά το χαιρετισμό και την παρουσίαση κάποιου.

Τέλος, τα γυαλιά χωρίς σκελετό, τα grief όπως ονομάστηκαν, σχεδιάστηκαν το 1824 από τον Αυστριακό Johann Friedrich Voigtlander. Οι φακοί των γυαλιών και η γέφυρα κατασκευάζονταν αρχικά μονοκόμματα από γυαλί, και μόνο οι βραχίονες ήταν από διαφορετικό υλικό. Γύρω από τους φακούς δεν υπήρχε σκελετός. Οι βραχίονες στηρίζονταν στα τρυπημένα κροταφικά άκρα των φακών. Στη συνέχεια, τοποθετήθηκε γέφυρα από διαφορετικό υλικό με τον ίδιο τρόπο στα ρινικά άκρα των φακών. Τα grief έγιναν πολύ δημοφιλή τον 19ο αιώνα. Τα μονόκλ, τα γυαλιά «ψαλίδι» και τα γυαλιά με τη λαβή χρησιμοποιούνταν μόνο περιστασιακά.

20ός αιώνας – σήμερα

Στις αρχές του 20ού αιώνα ο σκελετός απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα και τα grief έχασαν τη δημοτικότητά τους για λίγο. Οι περισσότεροι διοπτροφόροι χρησιμοποιούσαν γυαλιά με κοκάλινο σκελετό. Γύρω στο 1910 οι μεγάλοι κοκάλινοι σκελετοί έγιναν μόδα στην Ευρώπη και την Αμερική. Επίσης κατασκευάζονταν σκελετοί από νικέλιο και ατσάλι, κυρίως διότι το κόστος τους ήταν πιο προσιτό στο ευρύ κοινό.

Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) ένα καινούριο μοντέλο γυαλιών, προερχόμενο από την Αμερική, «κατέκτησε» την Ευρώπη. Διέθετε μεταλλική γέφυρα και βραχίονες και στρογγυλούς φακούς σε σκελετό από κυτταρίνη (celluloid). Η κυτταρίνη ήταν το πρώτο θερμοπλαστικό συνθετικό υλικό που χρησιμοποίησαν οι βιομηχανίες για την κατασκευή σκελετών. Μπορούσε να παραχθεί σε ποικίλα χρώματα, σε απομίμηση ταρταρούγας και φίλντισι, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Η βιομηχανία των γυαλιών αναπτύχθηκε ραγδαία τη δεκαετία του ’30.
Η Αμερική, η Ιταλία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Αυστρία διοχέτευαν την παραγωγή τους σε όλα τα μέρη του κόσμου. Τα grief έγιναν και πάλι μόδα και απέκτησαν ξανά τεράστια δημοτικότητα. Το ’50 στην Αμερική κυκλοφόρησαν τα γυναικεία γυαλιά «πεταλούδα».
Ήταν πλαστικά με διακοσμημένα τελειώματα από ημιπολύτιμες πέτρες, μικρά λουλούδια ή πουλιά σε απομίμηση φίλντισι και, κυρίως, παστέλ αποχρώσεις.
Επιπρόσθετα, ένα ανδρικό μοντέλο έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές την δεκαετία του ’50, τα γυαλιά Nylor. Ο σκελετός είχε μόνο άνω μέρος. Οι φακοί κατασκευάζονταν με μία σχισμή από την οποία περνούσε συνθετικό νήμα, το οποίο συγκρατούσε τους φακούς στο άνω μέρος του σκελετού.

Τη δεκαετία του ’60 τα γυαλιά άλλαζαν style ραγδαία.
Η κοινωνίες της Β. Αμερικής και της Ευρώπης ήταν ανερχόμενες. Στις αρχές του ’60 οι νέοι διεκδικούσαν την ανεξαρτησία τους σε όλους τους τομείς. Άκουγαν τη μουσική που επιθυμούσαν, επέλεγαν την εμφάνισή τους, καθώς και τον τρόπο και τον χώρο που θα καταναλώσουν τον χρόνο τους. Αυτή η τάση, εννοείται, είχε τεράστιες επιδράσεις και στη μόδα. Σχεδιαστές όπως ο Courreges και η Mary Quant, παρουσίαζαν καυτά σορτσάκια και μίνι φούστες. Πολλές αλλαγές συνέβαιναν και στον χώρο της τέχνης. Το ρεύμα που επηρέασε σημαντικά το style των γυαλιών ήταν η Optical Art ή Op Art (συντομογραφία). Η σχολή Op Art χρησιμοποίησε ως μέσο έκφρασης κυρίως τη ζωγραφική. Μέσα από ακραίες αντιθέσεις (άσπρο – μαύρο) και τη χρήση τετραγώνων, κύκλων και κυλίνδρων, τα αντικείμενα φαίνονταν πως κινούνταν. Η χρήση κάποιων γυαλιών από επώνυμους, έδωσε σε συγκεκριμένα μοντέλα διαχρονικότητα, όπως οι μεγάλοι σκελετοί που επέλεγε η Νάνα Μούσχουρη ή οι στρογγυλοί του John Lennon.

Στο τέλος του 1960 δημιουργήθηκε μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας για τον πόλεμο στο Vietnam στην Αμερική και την Ευρώπη. Οι άνθρωποι διαδήλωναν κατά της βίας και υπέρ της ειρήνης. Το κίνημα βρήκε την έκφρασή του στην αναμφισβήτητη δύναμη του λουλουδιού. Το λουλούδι ως σύμβολο ειρήνης και τα ψυχεδελικά χρώματα, είχαν ισχυρή επιρροή στον σχεδιασμό των γυαλιών. Οι σκελετοί έγιναν μεγάλοι για να υπηρετήσουν όλα αυτά τα σχήματα και χρώματα. Έως το τέλος του 1960 οι σκελετοί μεγάλωναν σε μέγεθος, τάση που συνεχίστηκε και στη δεκαετία του ’70. Διατίθονταν μοντέλα στην αγορά, τα οποία κάλυπταν πάνω από το μισό πρόσωπο. Στη δεκαετία του ’70, η μόδα έγινε πιο φανταχτερή, προτείνοντας περισσότερη αίγλη, ενώ η τηλεόραση μετέφερε μηνύματα σε όλο τον κόσμο. Τα γυαλιά διακοσμήθηκαν με fauxbijoux και πολύχρωμες πέτρες. Οι σκελετοί έγιναν πιο θεατρικοί, εκκεντρικοί και υπηρετώντας το ασυνήθιστο, απέκτησαν κοροϊδευτική διάθεση.
Κατά τη δεκαετία του ’90 η μόδα άλλαξε πρόσωπο, προτείνοντας καθαρές φόρμες και επαγγελματικό προφίλ. Ο Yves Saint Laurent σχεδίασε ανδρικό κοστούμι για τις γυναίκες. Τα γυαλιά έγιναν αυστηρά, μεγάλα και με έντονες γωνίες.
Από το 1960 οι κατασκευαστές τοποθετούσαν το όνομά τους διακριτικά στην εσωτερική πλευρά του σκελετού. Γύρω στο 1980 η διακριτικότητα άρχισε να μειώνεται θεαματικά και οι μάρκες βγήκαν στην εξωτερική πλευρά του σκελετού, μεγαλώνοντας τόσο όσο χρειάζονταν για να γίνουν ευανάγνωστες. Εκτός από αρώματα, καλλυντικά και τσάντες, οι μεγάλοι οίκοι μόδας περιλάμβαναν πλέον και τα γυαλιά στις συλλογές τους, δημιουργώντας έ τσι μία ασφαλή συνταγή επιτυχίας.

Δεν μπορούσε ο καθένας, βεβαίως, να αποκτήσει ένα ταγεράκι Chanel ή ένα βραδινό φόρεμα Christian Dior, αλλά τα επώνυμα γυαλιά ανταποκρίνονταν στις οικονομικές δυνατότητες των περισσότερων. Κατά τη δεκαετία του ’90 αρκετοί κατασκευαστές υπέγραψαν συμφωνίες με οίκους μόδας για την άδεια χρήσης του ονόματος των επωνύμων σχεδιαστών τους. Αυτό είχε μεγάλες συνέπειες στον σχεδιασμό των γυαλιών. Τα ονόματα έγιναν μεγαλύτερα και τυπικά σύμβολα επώνυμων προϊόντων εμφανίζονταν στα γυαλιά οράσεως και ηλίου. Παράλληλα, το ενδιαφέρον στράφηκε στη διακόσμηση των σκελετών, ενώ τα σχέδια και οι φόρμες δεν διέφεραν ιδιαίτερα. Μοντέλα 15-20 χρόνων αποτελούσαν τη βάση για τα νέα μοντέλα με ρετρό διάθεση.
Ο 20ος αιώνας, μας πρόσφερε τεράστια ποικιλία σκελετών με μικρές μεταξύ τους παραλλαγές. Αυτό αφύπνισε τους σχεδιαστές που έβλεπαν την αγορά να κατακλύζεται από συνηθισμένα σχέδια και στις αρχές του 21ου αιώνα η έμφαση πλέον δόθηκε στον σχεδιασμό του σκελετού.

1930
1940
Η ιστορία των γυαλιών ηλίου

Όλοι βέβαια πλέον γνωρίζουμε πόσο σημαντικό είναι να προστατεύσουμε τα μάτια μας από την υπερβολική έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία (UV), που μπορεί να προκαλέσει βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα σοβαρά οφθαλμικά προβλήματα, αλλά και από το έντονο φως που μειώνει τη διαύγεια της όρασης, κουράζει τα μάτια και μπορεί να προκαλέσει πονοκέφαλο. Ζούμε στην Ελλάδα και χαιρόμαστε τον ήλιο και τη θάλασσά της.
Ένα ζευγάρι καλής ποιότητας γυαλιών ηλίου, λοιπόν, δεν είναι μόνο αξεσουάρ μόδας, αλλά και απαραίτητος σύμμαχός μας στη διαφύλαξη της υγείας των ματιών μας. Τα γυαλιά ηλίου, όμως, τα αγαπάμε επειδή είναι ένα παιχνίδι. Ένα παιχνίδι χρωμάτων και σχεδίων, που αναδεικνύουν το στιλ μας. Μας κάνουν να ξεχωρίζουμε, να υπερβάλουμε, να αλλάζουμε και να πειραματιζόμαστε. Μας χαρίζουν άνεση, κύρος, γοητεία και μυστήριο. Δεν τα αποχωριζόμαστε. Αναζητούμε κάθε σεζόν στα καταστήματα οπτικών τα καινούρια γυαλιά μας που θα γίνουν και πάλι ένα με το πρόσωπό μας, ακόμη και στις πρώτες βραδινές ώρες.
Αλλά πολύ πριν τα γυαλιά ηλίου απασχολήσουν τους πιο εμπνευσμένους σχεδιαστές μόδας, τι συνέβαινε με τα γυαλιά ηλίου; Στα μέσα του 12oυ αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους στην Κίνα τα πρώτα γυαλιά με έγχρωμους φακούς. Ο ρόλος τους ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν που έχουν σήμερα. Επίπεδοι φακοί από κρύσταλλο χαλαζία χρωματίζονταν σε καπνό, με σκοπό να αποκρύπτουν τις εκφράσεις και το βλέμμα των δικαστών κατά τη διάρκεια της εξέτασης των μαρτύρων στο δικαστήριο. Ο Άγγλος James Ayscough, κατά την περίοδο Rococo 1720-1770 άρχισε να πειραματίζεται με τους έγχρωμους φακούς όχι επειδή τον απασχολούσε η προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία, αλλά γιατί πίστευε πως τα μπλε ή τα πράσινα κρύσταλλα θα μπορούσαν να διορθώσουν κάποιες αδυναμίες στην όραση.
Κατά το 18ο και 19ο αιώνα, τα διορθωτικά γυαλιά παράλληλα γνώριζαν πολλές αλλαγές ως προς το σχήμα του σκελετού και της γέφυρας, καθώς και τα υλικά κατασκευής. Η φόρμα ήταν στρογγυλή, οβάλ, οκτάγωνη ή τετράγωνη. Οι σκελετοί κατασκευάζονταν από κόκαλο, κέλυφος χελώνας (ταρταρούγα), ασήμι, χρυσό, ή μπρούτζο. Τότε ήταν που βρέθηκαν και σκελετοί με έγχρωμους φακούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως τα πρώτα γυαλιά ηλίου.
Με την ανακάλυψη της ατμομηχανής, πολλοί επιβάτες στα ανοιχτά βαγόνια της τρίτης θέσης παρέμεναν εκτεθειμένοι στη σκόνη, στην άμμο και, το χειρότερο, στους ατμούς της μηχανής.

1945
1955
1961

Έτσι, δημιουργήθηκαν προστατευτικά γυαλιά. Η ίδια ανάγκη ενισχύθηκε με την εμφάνιση του αυτοκινήτου γύρω στο 1900, αφού τα πρώτα τετράτροχα ήταν ανοικτά. Τα προστατευτικά γυαλιά που σχεδιάστηκαν ήταν κυρίως από δέρμα, λάστιχο ή ύφασμα και οι φακοί τους λευκοί ή έγχρωμοι, από γυαλί αρχικά και στη συνέχεια από πλαστικό.

Μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση, η σημασία της προστασίας των ματιών απέκτησε άλλη σπουδαιότητα, αφού πολυπλοκότερες και δυσκολότερες μηχανές έφερναν κατά τη χρήση τους τα μάτια σε κίνδυνο. Μέχρι και τον 20ό αιώνα γυαλιά με χρωματισμένους κίτρινους ή καφέ φακούς χρησιμοποιούνταν για προστασία σε ασθενείς με σύφιλη, αφού ένα από τα συμπτώματα της ασθένειας ήταν η ευαισθησία στο φως. Την ίδια περίοδο, οι Εσκιμώοι αντιλαμβανόμενοι της βλαβερές συνέπειες του ήλιου και της αντανάκλασής του στο χιόνι, κατασκεύασαν και φόρεσαν τα πρώτα προστατευτικά γυαλιά για την υπεριώδη ακτινοβολία.

Η δημοτικότητα, όμως, των γυαλιών ηλίου είναι ένα φαινόμενο του 20ού αιώνα. Με τις τεχνολογικές εξελίξεις, τα γυαλιά ηλίου βρήκαν μεγάλη απήχηση στους πρωταγωνιστές του βωβού κινηματογράφου, που ερμηνεύτηκε αρχικά ως προστασία από την αδιακρισία των θαυμαστών. Ο πραγματικός λόγος, όμως, ήταν για να καλύπτουν τα κόκκινα και ταλαιπωρημένα μάτια τους από τα ισχυρά φώτα που χρησιμοποιούνταν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, λόγω της χαμηλής ευαισθησίας των φιλμ της εποχής. Οικονομικά γυαλιά ηλίου μαζικής παραγωγής εμφανίστηκαν στην Αμερική, όταν το 1929 ο Sam Foster βρίσκοντας έτοιμη αγορά στις παραλίες του Atlantic City, προωθούσε γυαλιά ηλίου με το όνομα Foster Grant, ενθαρρύνοντας τις ατέλειωτες και ξεκούραστες βόλτες κάτω από τον ήλιο.

Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το σώμα της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας ανέθεσε στην εταιρία Bausch & Lomb την παραγωγή ειδικών προστατευτικών γυαλιών υψηλής απορροφητικότητας για τις ανάγκες των πιλότων.

Μας χαρίζουν άνεση, κύρος, γοητεία και μυστήριο.
Δεν τα αποχωριζόμαστε.
Αναζητούμε κάθε σεζόν στα καταστήματα οπτικών τα καινούρια γυαλιά μας που θα γίνουν και πάλι ένα με το πρόσωπό μας, ακόμη και στις πρώτες βραδινές ώρες

Το 1937 η εταιρία σχεδίασε γυαλιά ηλίου αεροπορικού ύφους aviator με το όνομα Ray Ban και με polarized φακούς, για τους οποίους ο κατασκευαστής τους Edwin Land και ιδιοκτήτης της εταιρίας Polaroid, κέρδισε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Τα γυαλιά aviator αγαπήθηκαν με τα χρόνια από όλο τον κόσμο και είναι ακόμα και σήμερα από τα πιο αγαπημένα μοντέλα.
Αυτό που συνέβαλε ώστε να γίνουν τα γυαλιά ηλίου μόδα, ήταν μία έξυπνη διαφημιστική καμπάνια στη δεκαετία του ‘60 από την εταιρία Foster Grant.

Διάσημοι σχεδιαστές μόδας και σταρ του Χόλιγουντ απογείωσαν την «τρέλα» στη δεκαετία του ‘70 με τις επώνυμες συλλογές γυαλιών ηλίου. Μία γιγαντιαία βιομηχανία δημιουργήθηκε από το μηδέν και αναπτύχθηκε αστραπιαία μέσα σε λίγα χρόνια. Και ήταν εύκολο, αν σκεφτεί κάποιος πως οι γυναίκες, από τους αρχαίους χρόνους, κρύβονταν πάντα με χάρη πίσω από μία ανοιχτή βεντάλια ή μία χαριτωμένη ομπρέλα. Οι μοντέρνες γυναίκες και άντρες απλώς ανακάλυψαν τη γοητεία των γυαλιών ηλίου ανεξάρτητα από την παρουσία ή μη του ήλιου. Στα επόμενα χρόνια τα γυαλιά ηλίου πήραν χιλιάδες μορφές. Έγιναν κοκάλινα, δερμάτινα, ξύλινα, μεταλλικά. Από ατσάλι, τιτάνιο ασήμι και χρυσό. Με σκελετό ή μισό σκελετό ή χωρίς σκελετό. Με φόρμα τετράγωνη, οβάλ, στρογγυλή, πολυγωνική ή ορθογώνια. Με βραχίονες που αποτελούσαν την έκφραση κάθε καλλιτεχνικής ανησυχίας των εμπνευσμένων σχεδιαστών τους. Με ακροβραχιόνια και επιρρήνια. Μονόχρωμα, δίχρωμα, degrade, εμπριμέ, πολύχρωμα καρό και ριγέ. Μικρά, λιγότερο μικρά, μεγάλα, πολύ μεγάλα. Με καθρέπτη ή χωρίς καθρέπτη. Με λουλούδια, σκοινιά, καρφάκια, ημιπολύτιμους λίθους, χρυσά ή ασημένια στολίδια.
Έγιναν τα γυαλιά κάποιου. Τα γυαλιά των αθλητών, των πιλότων, των καλλιτεχνών. Τα γυαλιά του James Dean, του Ωνάση ή της Jackie O. Τα γυαλιά του Mick Jagger, του John Lennon, του Ozzy Osbourne ή της Janis Joplin. Τα γυαλιά των Blues Brothers, του Elton John ή του Bono. Τα δικά σας γυαλιά!

Πρώτες ύλες

Οι σκελετοί των γυαλιών τυπικά κατασκευάζονται είτε από μέταλλο είτε από ένας είδος πλαστικού που ονομάζεται κυτταρίνη. Η κυτταρίνη παράγεται από το βαμβάκι και είναι ευέλικτη και ανθεκτική. Παρασκευάζεται σε μακριά, στενά φύλλα, τα οποία είναι λίγο πιο φαρδιά από τους σκελετούς των γυαλιών.
Τα φύλλα έχουν μήκος έως 0,91 μ. Και πάχος 0,84 εκατ

Σχεδιασμός

Οι κατασκευαστές γυαλιών μπορεί να διαθέτουν δική τους σχεδιαστική ομάδα ή να συνεργάζονται με εξωτερικούς συνεργάτες/συμβούλους για τον σχεδιασμό των σκελετών. Οι σύμβουλοι συνήθως περιλαμβάνουν σχεδιαστές μόδας, οι οποίοι δημιουργούν τις δικές τους γραμμές eyewear, οι οποίες εναλλάσσονται ανάλογα με τις τάσεις που επικρατούν στο χώρο της μόδας. Τα ονόματα των σ χεδιαστών είναι πολύ σημαντικά για την πώληση των γυαλιών και ιδιαίτερα σημαντικά σε εκείνους τους καταναλωτές που ακολουθούν πιστά τη μόδα. Υπάρχουν τάσεις που θέλουν τα γυαλιά σκουρόχρωμα ή ανοιχτόχρωμα, λεπτά ή πιο παχιά, με διακοσμητικά σχέδια ή απλά και λιτά, αναδεικνύοντας πάντα το στιλ και την προσωπικότητα εκείνων που θα τα επιλέξουν, και φυσικά προορίζονται σε γυναίκες, άνδρες ή παιδιά. Συνήθως, οι σχεδιαστές και οι κατασκευαστές σκελετών σχεδιάζουν και παρασκευάζουν ένα καινούριο σχέδιο, περίπου κάθε έξι μήνες, ενώ σταματούν την κυκλοφορία και διαθεσιμότητα εκείνων των σκελετών που δεν πιάνουν τα επιθυμητά νούμερα πωλήσεων.

Το μέλλον

Τα τελευταία 50 χρόνια της ιστορίας των γυαλιών έχουν καθιερώσει το μέλλον των σκελετών οράσεως και ηλίου. Παρ’ όλη τη δημοσιότητα των φακών επαφής και των επεμβάσεων με λέιζερ, με σκοπό την διόρθωση των προβλημάτων όρασης, αρκετοί άνθρωποι προτιμούν και επιλέγουν τη χρήση των γυαλιών στην καθημερινότητά τους. Η βελτίωση της τεχνολογίας σε ό,τι αφορά τα υλικά κατασκευής, αλλά και η βιομηχανία της μόδας καθιστούν πλέον τα γυαλιά ένα must αξεσουάρ -που αναδεικνύει την προσωπικότητα μέσω των εκφραστικών σχεδίων-, καθώς και μία δημοφιλή μέθοδο διατύπωσης του προσωπικού στιλ!

Βιβλιογραφία
Corson, Richard. Fashions in Eyeglasses. Dufour Editions, Inc., 1967 • Goldstein, Margaret J. Eyeglasses. Minneapolis: Carolrhoda Books, Inc., 1997 •
Gottlieb, Leonard. Factory Made: How Things are Manufactured. Boston: Houghton Mifflin Co., 1978 • Kelley, Alberta. Lenses, Spectacles, Eyeglasses, and Contacts: The Story of Vision Aids. New York: Elsevier/Nelson Books, 1978 • York, Alan. «Eyeglasses: Fads and Fashions in Spectacles.» In The Encyclopedia of Collectibles: Dogs to Fishing Tackle. Andrea DiNoto, ed. Alexandria, VA: Time-Life Books, 1978 • Morais, Richard C. «Luxottica’s golden spectacles,» Forbes (May 20, 1996): 98 • The Antique Spectacles Home Page. 9 September 1998. http://web.ukonline.co.uk/christopher.ridings/ (March 11, 1999) University of Waterloo Museum of Visual Science and Optometry. 6 December 1996. http://www.optometry.uwaterloo.ca/-museum/ (March 11, 1999) – Gillian S. Holmes
πηγές internet
www. visionsource-eyesforlife.com • www.igearindia.com • www.medievalists.net • www.coraleeauthor.wordpress.com • www.selectspecs.com/www.edition.cnn.com • www.news.sky.com • www.allthatsinteresting.com • www.vogue.mx • www.nme.com • www.liketotally80s.com • www,media.galaxant.com • glowsly.com • www.glamourdaze.com • www.college-optometrists.org • www.twonerdyhistorygirls.blogspot.com

Share with your friends
Tags: