Οφθαλμολογικές επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σημειώνονται πολλές ορμονικές μεταβολές που μπορούν να διαταράσσουν την όραση. Οι περισσότερες από αυτές είναι προσωρινές και επανέρχονται μετά τον τοκετό.

Γράφει η Μαριάνθη Χειρίδου, Οπτικός – Οπτομέτρης

Εμμηνόπαυση αποκαλείται η φυσική παύση της εμμηνορρυσίας (περιόδου) της γυναίκας για διάστημα μεγαλύτερο των 12 μηνών. Η ηλικία κατά την οποία η γυναίκα εισέρχεται στην εμμηνόπαυση ποικίλει, ωστόσο κατά μέσο όρο είναι τα 51,4 έτη. Στις καπνίστριες η εμμηνόπαυση παρατηρείται 1-3 χρόνια νωρίτερα. Η διαδικασία της μετάβασης από την αναπαραγωγική ηλικία στην εμμηνόπαυση ονομάζεται κλιμακτήριος. Κατά την περίοδο αυτή, οι ωοθήκες παράγουν λιγότερα οιστρογόνα, οδηγώντας έτσι σε αλλαγές στους εμμηνορροϊκούς κύκλους και τελικά στη διακοπή της περιόδου και την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως εξάψεις, νυχτερινές εφιδρώσεις και εναλλαγές της  διάθεσης, οι οποίες επιδρούν στην ενεργητικότητα και την ψυχολογία της γυναίκας.[1-6] Ωστόσο, η κλιμακτήριος αποτελεί μια φυσιολογική εξέλιξη στη ζωή της γυναίκας και παρόλο που παύει τη γονιμότητα, αυτή μπορεί να παραμένει υγιής και γεμάτη ζωντάνια.

Οι ορμονικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά την κλιμακτήριο συνεπάγονται μια σειρά από επιπτώσεις στο σώμα μιας γυναίκας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και αλλαγές στους οφθαλμούς και την όραση που αναλύονται παρακάτω.

Οφθαλμολογικές επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης

Οι σημαντικότερες μεταβολές στους οφθαλμούς κατά την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση είναι οι εξής:

Ξηρότητα: Ένα από τα πιο κοινά προβλήματα στα μάτια που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση είναι η ξηροφθαλμία. Αυτό συμβαίνει όταν δεν υπάρχει αρκετή υγρασία στα μάτια, η οποία μπορεί να προκαλέσει ενόχληση, ερυθρότητα και αίσθημα κνησμού ή ερεθισμού. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στους δακρυϊκούς πόρους και να μειώσει την παραγωγή των δακρύων.[7,8]

Καταρράκτης: Ο καταρράκτης είναι η θόλωση του κρυσταλλοειδούς φακού του ματιού, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της όρασης. Είναι μια κοινή πάθηση, ειδικά μεταξύ των ηλικιωμένων. Ο φακός του ματιού αποτελείται κυρίως από νερό και πρωτεΐνη. Με την αυξανόμενη ηλικία, ορισμένες πρωτεΐνες συσσωματώνονται (μετουσιώνονται) και μπορεί να θολώσουν μια μικρή περιοχή του φακού. Με την πάροδο του χρόνου, ο καταρράκτης μεγαλώνει σε έκταση, καθιστώντας δυσχερέστερη την όραση. Τα οιστρογόνα είναι γνωστό ότι έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες, γεγονός που σημαίνει ότι βοηθούν στην καταπολέμηση των ελεύθερων ριζών στο σώμα. Οι ελεύθερες ρίζες μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στα κύτταρα, επιταχύνουν τη μετουσίωση των πρωτεϊνών και επιδεινώνουν τον καταρράκτη. Επομένως, η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καταρράκτη.[9-11]

Γλαυκώμα: Η σχέση μεταξύ της εμμηνόπαυσης και του αυξημένου κινδύνου του γλαυκώματος είναι διαπιστωμένη, εξαιτίας της απουσίας των οιστρογόνων, τα οποία παίζουν προστατευτικό ρόλο στα μάτια. Οι υποδοχείς οιστρογόνων βρίσκονται σε όλο τον οφθαλμό, συμπεριλαμβανομένου του αμφιβληστροειδούς και του οπτικού νεύρου. Η μείωση των επιπέδων οιστρογόνων προκαλεί ανατομικές και λειτουργικές μεταβολές και αυξάνει τον κίνδυνο γλαυκώματος. Αυτό επιβεβαίωσαν μελέτες που έδειξαν ότι ο επιπολασμός του γλαυκώματος είναι υψηλότερος για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες συγκριτικά με τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες της ίδιας ηλικίας.[12-
16]

Προβλήματα με τους φακούς επαφής: Οι ορμονικές αλλαγές κατά την εμμηνόπαυση μπορεί να οδηγήσουν σε μειωμένη παραγωγή δακρύων και αλλοίωση της σύνθεσης του δακρυϊκού φιλμ, με συνέπεια τη ξηροφθαλμία. Η τελευταία μπορεί να κάνει τη χρήση φακών επαφής άβολη. Επιπλέον, η απουσία των οιστρογόνων προκαλεί μεταβολές στο σχήμα και το πάχος του κερατοειδούς, καθιστώντας δυσχερέστερη την εφαρμογή των φακών επαφής, με πιθανές συνέπειες τη δυσφορία, τη θολή όραση και τον αυξημένο κίνδυνο εκδορών ή λοιμώξεων του κερατοειδούς.[17

Αλλαγές στην ευαισθησία του κερατοειδούς:
Στον κερατοειδή υπάρχουν άφθονοι υποδοχείς οιστρογόνων. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στην ευαισθησία του κερατοειδούς, καθιστώντας τα μάτια πιο ευαίσθητα σε περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως ο άνεμος, ο καπνός και η σκόνη, προκαλώντας φαγούρα ή πόνο.[18,19]

Βλεφαρίτιδα: Η βλεφαρίτιδα είναι η φλεγμονή των βλεφάρων, που συνήθως αφορά στην περιοχή όπου αναπτύσσονται οι βλεφαρίδες. Προκαλεί κόκκινα, πρησμένα βλέφαρα, αίσθημα κνησμού και νιφάδες που μοιάζουν με πιτυρίδα στις βλεφαρίδες. Αν και είναι μια κοινή πάθηση που επηρεάζει όλες τις ηλικίες, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν
βλεφαρίτιδα. Η σχέση μεταξύ της εμμηνόπαυσης και της βλεφαρίτιδας έγκειται πάλι στις ορμονικές αλλαγές. Τα οιστρογόνα, παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση των επιπέδων υγρασίας διαφόρων ιστών στο σώμα, συμπεριλαμβανομένων των ματιών. Η πτώση των επιπέδων των οιστρογόνων
μπορεί να οδηγήσει σε ξηροφθαλμία, καθιστώντας τα μάτια πιο ευαίσθητα σε μολύνσεις και φλεγμονές όπως η βλεφαρίτιδα. Επιπλέον, η εμμηνόπαυση επηρεάζει και τη λειτουργία των μεϊβομιανών αδένων, οι οποίοι παράγουν το λιπαρό στρώμα του δακρυϊκού φιλμ, συμβάλλοντας πάλι στη ξηρότητα και τη βλεφαρίτιδα. [17]

Ευαισθησία στο φως (Φωτοφοβία): Η ευαισθησία στο φως ή φωτοφοβία, είναι κοινό σύμπτωμα στα μάτια που παρατηρείται κατά την εμμηνόπαυση. Όταν εκτίθενται σε έντονο φως, τα μάτια αισθάνονται δυσφορία ή πόνο. Οι ορμονικές διακυμάνσεις κατά την εμμηνόπαυση μπορεί να οδηγήσουν σε ξηροφθαλμία, συμβάλλοντας σημαντικά στην αυξημένη ευαισθησία στο φως. Αυτή η ξηρότητα μπορεί να κάνει τα μάτια πιο επιρρεπή στον ερεθισμό από τα έντονα φώτα, με αποτέλεσμα την ενόχληση και την τάση να στραβίζουν ή να κλείνουν. [17]

Θολή όραση: Το μάτι είναι ένα πολύπλοκο όργανο και επηρεάζεται από τις ορμονικές διακυμάνσεις. Οι υποδοχείς οιστρογόνων, βρίσκονται σε όλο τον οφθαλμό. Τα οιστρογόνα διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση του πάχους και της καμπυλότητας του κερατοειδούς και της καθαρής πρόσθιας επιφάνειας του ματιού. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στο σχήμα και το πάχος του κερατοειδούς, επηρεάζοντας τις διαθλαστικές του ιδιότητες προκαλώντας θολή όραση. Η ξηροφθαλμία που αναφέρθηκε νωρίτερα επίσης επηρεάζει τη ποιότητα της όρασης. Επιπλέον, κατά την εμμηνόπαυση αυξάνεται ο κίνδυνος της Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς Κηλίδας (AMD).

Η Ηλικιακή Εκφύλιση της Ωχράς Κηλίδας (AMD, Age related Macular Degeneration) είναι κοινή οφθαλμική πάθηση και κύρια αιτία απώλειας όρασης σε άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών. Προκαλεί βλάβη στην ωχρά κηλίδα, ένα μικροσκοπικό σημείο κοντά στο κέντρο του αμφιβληστροειδούς και στο τμήμα του ματιού που απαιτείται για την ευκρινή, κεντρική όραση. Ενώ η ακριβής αιτία της AMD είναι άγνωστη, αρκετοί παράγοντες κινδύνου συμβάλλουν στην ανάπτυξή της, συμπεριλαμβανομένης της γήρανσης, του καπνίσματος και του οικογενειακού ιστορικού. Η εμμηνόπαυση θεωρείται επίσης παράγοντας κινδύνου, επειδή μειώνονται τα οιστρογόνα τα οποία έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες που προστατεύουν τα μάτια.[20-22}

Δυσκολία όρασης τη νύχτα: Η νυχτερινή όραση αφορά στην ικανότητα όρασης σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Κατά την εμμηνόπαυση, πολλές γυναίκες αναφέρουν μείωση της νυχτερινής όρασης, η οποία μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες. Η μείωση των επιπέδων οιστρογόνων επηρεάζει τη συνολική υγεία των ματιών, συμπεριλαμβανομένου του αμφιβληστροειδούς, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την όραση σε χαμηλό φωτισμό. Επίσης, σχετίζεται με μειωμένη παραγωγή ροδοψίνης, μια χρωστική του αμφιβληστροειδούς που βοηθά στη νυχτερινή όραση. Αυτή η μείωση μπορεί να καταστήσει δυσχερέστερη την όραση σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού όπως κατά την οδήγηση ή τη πλοήγηση στο σκοτάδι.

Οφθαλμικές λοιμώξεις: Η επιφάνεια του ματιού προστατεύεται από ένα λεπτό φιλμ δακρύων που αποτελείται από τρία στρώματα: ένα εξωτερικό λιπαρό στρώμα, ένα μεσαίο υδατικό στρώμα και ένα εσωτερικό στρώμα βλεννίνης. Κάθε στρώμα παίζει καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας των ματιών, επειδή λιπαίνει τον κερατοειδή, εμποδίζει την εξάτμιση των δακρύων και παγιδεύει και απομακρύνει τα ξένα σωματίδια και τα μικρόβια. Τα οιστρογόνα έχουν ανοσοτροποποιητικές επιδράσεις στην οφθαλμική επιφάνεια. Η απουσία τους αλλάζει την ανοσολογική απόκριση του ματιού, καθιστώντας ευχερέστερες τις λοιμώξεις. Για παράδειγμα, επηρεάζουν την παραγωγή λυσοζύμης, ενός ενζύμου με αντιβακτηριακές ιδιότητες. Επιπλέον, η εμμηνόπαυση σχετίζεται με αλλαγές στη σύνθεση της μικροχλωρίδας, δηλαδή των φυσιολογικών μικροβίων της επιφάνειας του οφθαλμού. Η υγιής μικροχλωρίδα εμποδίζει τα παθογόνα βακτήρια να αποικίσουν στη περιοχή, ωστόσο η απουσία των οιστρογόνων διαταράσσει αυτή τη λεπτή ισορροπία, και αυξάνει τον κίνδυνο λοιμώξεων. [23-25]

Αλλαγές στη ροή του αίματος στον αμφιβληστροειδή: Ο αμφιβληστροειδής, είναι ο φωτοευαίσθητος ιστός που παίζει καθοριστικό ρόλο στην οπτική αντίληψη. Περιέχει τα φωτοευαίσθητα κύτταρα που μετατρέπουν το φως σε ηλεκτρικά σήματα, τα οποία στη συνέχεια μεταδίδονται στον εγκέφαλο μέσω του οπτικού νεύρου. Η μείωση των επιπέδων των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση, μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στη ροή του αίματος του αμφιβληστροειδή με συνέπεια προσωρινές διαταραχές της όρασης.

Οφθαλμολογικές επιδράσεις της Θεραπείας Ορμονικής Υποκατάστασης

Η ξηροφθαλμία (Dry eye disease, DED) πιστεύεται ότι σχετίζεται εν μέρει με την ανεπάρκεια οιστρογόνων, επειδή το ποσοστό εμφάνισης αυξάνεται σημαντικά στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.[25] Σε ορισμένες μελέτες η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (Θ.Ο.Υ) είχε ευεργετικά αποτελέσματα στην ξηροφθαλμία,[26] ενώ σε κάποιες άλλες όχι.[27] Ενδιαφέρον είναι ότι σε μια μετα-ανάλυση εννέα κλινικών δοκιμών σε γυναίκες με DED, παρατηρήθηκε βελτίωση των συμπτωμάτων ξηρότητας, αίσθησης ξένου σώματος και καύσους συγκριτικά με τις ομάδες ελέγχου.[28] Φαίνεται τελικά, ότι η χορήγηση αποκλειστικά οιστρογόνων (unopposed estrogens) είναι αποτελεσματικότερη συγκριτικά με τη συνδυασμένη θεραπεία οιστρογόνου-προγεστίνης, η δεύτερη ωστόσο είναι δημοφιλέστερη θεραπευτική προσέγγιση της Θ.Ο.Υ, επειδή ελαττώνει το κίνδυνο του καρκίνου του ενδομητρίου. Περεταίρω, οι γυναίκες κάτω των 55 ετών φάνηκε ότι ωφελούνται περισσότερο από εκείνες άνω των 55 ετών.[29]

Ο κίνδυνος καταρράκτη φαίνεται επίσης να μειώνεται κατά τη μακροχρόνια θεραπεία με οιστρογόνα. Στη μελέτη Framingham Heart, οι μετεμμηνοπαυσιακές
γυναίκες που είχαν λάβει οιστρογόνα για 10 χρόνια ή περισσότερο είχαν 60 % μείωση του κινδύνου θόλωσης του πυρήνα του φακού σε σύγκριση με τις γυναίκες ελέγχου.[30] Σε μια δεύτερη μελέτη, η αδιαφάνεια κάτω από την κάψα και τον πυρήνα του φακού, μειώθηκαν κατά 70% – 80%, αντίστοιχα, στις γυναίκες που έπαιρναν οιστρογόνα.[31]

Η Θ.Ο.Υ. μπορεί ακόμα να ελαττώσει την ενδοφθάλμια πίεση[32,33] και να μειώσει τον κίνδυνο πρωτοπαθούς γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας,[34] όμως η απόλυτη μείωση αυτού του κινδύνου είναι μικρή. Σε μια αναδρομική ανάλυση από γυναίκες άνω των 50 ετών, ο υπολογισμένος απόλυτος κίνδυνος εμφάνισης πρωτοπαθούς γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας (έπειτα από αναπροσαρμογή της ηλικίας, της εθνικότητας και της οφθαλμικής συν-νοσηρότητας) για γυναίκες που έλαβαν τέσσερα χρόνια αποκλειστικά οιστρογόνο, συνδυασμό οιστρογόνου-προγεστίνης, ή καθόλου Θ.Ο.Υ, ήταν 1,6% 1,7% και 2,1%, αντίστοιχα. Συνεπώς, η ορμονοθεραπεία παρέχει προστασία στον κίνδυνο γλαυκώματος, ωστόσο επειδή αυτή είναι μικρή, δεν συστήνεται για τη συγκεκριμένη ένδειξη.[29],

Συμπερασματικά, η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης φαίνεται πως ελαττώνει κάποιους από τους οφθαλμικούς κινδύνους και προστατεύει τα μάτια από την ξηροφθαλμία, τον καταρράκτη και το γλαύκωμα. Ωστόσο τα οφέλη της ορμονικής θεραπείας, θα πρέπει πάντα να αντισταθμίζονται με τους πιθανούς κινδύνους

Αντιμετώπιση των οφθαλμολογικών συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης

Για τη πρόληψη και αντιμετώπιση των οφθαλμολογικών συμπτωμάτων που σχετίζονται με τη κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση, συστήνονται τα κάτωθι:

Τακτικός οφθαλμικός έλεγχος: Οι τακτικές οφθαλμικές εξετάσεις είναι ζωτικής σημασίας για την παρακολούθηση τυχόν αλλαγών στην υγεία των ματιών. Αυτές οι εξετάσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ανίχνευση του γλαυκώματος, του καταρράκτη και της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας, επιτρέποντας την έγκαιρη παρέμβαση πριν επιδεινωθεί η όραση. Οι οφθαλμικές εξετάσεις μπορούν επίσης να αποκαλύψουν άλλα προβλήματα υγείας, όπως ο διαβήτης και η υψηλή αρτηριακή πίεση. Συνιστάται μια ολοκληρωμένη οφθαλμολογική εξέταση τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια ή συχνότερα εάν υπάρχει ιστορικό οφθαλμικών παθήσεων ή παραγόντων κινδύνου.

Ανακούφιση από την ξηροφθαλμία: Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να ανακουφιστεί κανείς η ξηροφθαλμία. Ένα ζεστό ντους και η εφαρμογή ζεστής κομπρέσας στα μάτια μπορεί να βοηθήσει στον καθαρισμό και την απομάκρυνση των συσσωρευμένων αποξηραμένων και σκληρών εκκρίσεων από τους μεϊβομιανούς αδένες των βλεφαρίδων. Η χρήση οφθαλμικών σταγόνων ή δακρύων χωρίς συντηρητικά μπορεί επίσης να είναι ευεργετική. Αυτά τα προϊόντα είναι ειδικά σχεδιασμένα ώστε να μιμούνται τα φυσικά δάκρυα και να βοηθούν στη διατήρηση της υγρασίας στην επιφάνεια του ματιού. Χρήσιμη μέθοδος προστασίας είναι το βλεφάρισμα (ανοιγο-κλείσιμο) των ματιών,
ειδικά εάν χρησιμοποιεί κανείς οθόνες υπολογιστών, κινητών ή tablet για αρκετή ώρα, καθώς αυτό βοηθά στην ομοιόμορφη κατανομή των δακρύων στην επιφάνεια του ματιού. Πολλοί οφθαλμίατροι συστήνουν συχνά διαλείμματα από την οθόνη και τον «κανόνα 20-20-20» δηλαδή κάθε 20 λεπτά το μάτι θα πρέπει να εστιάζει σε αντικείμενα 20 μέτρα μακριά για τουλάχιστον 20 δευτερόλεπτα.

Διακοπή του καπνίσματος: Το κάπνισμα είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για διάφορα θέματα υγείας, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων, των αναπνευστικών προβλημάτων και του καρκίνου. Οι δυσμενείς επιπτώσεις του καπνίσματος στην υγεία των ματιών, μολονότι είναι γνωστές, συχνά παραβλέπονται. Το κάπνισμα μπορεί να επιδεινώσει την ξηροφθαλμία και τα άλλα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, προκαλώντας αλλαγές στο δακρυϊκό φιλμ και αυξάνοντας τον ρυθμό εξάτμισης των δακρύων, με συνέπεια τις φλεγμονές, τη δυσφορία και τον υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης χρόνιου συνδρόμου της ξηροφθαλμίας. Περεταίρω, οι τοξίνες του καπνού προκαλούν οξειδωτικό στρες και βλάπτουν τους ευαίσθητους ιστούς των ματιών, συμπεριλαμβανομένου του αμφιβληστροειδούς και του φακού. Ως εκ τούτου, το κάπνισμα σχετίζεται με υψηλότερη πιθανότητα καταρράκτη και ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας (AMD). Η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να επηρεάσει θετικά τη συνολική υγεία των ματιών μειώνοντας τον κίνδυνο για καταρράκτη, AMD και ξηροφθαλμία.

• Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης (Θ.Ο.Υ):

Θεωρήστε προσεκτικά το ενδεχόμενο της ορμονικής θεραπείας η οποία συνήθως χρησιμοποιείται για τη διαχείριση των συμπτωμάτων της κλιμακτηρίου και της εμμηνόπαυσης, όπως είναι οι εξάψεις, οι νυχτερινές εφιδρώσεις και οι εναλλαγές της διάθεσης, παρά για την υγεία των ματιών.
Ωστόσο, οι επιδράσεις της ορμονοθεραπείας στην υγεία των ματιών εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο συνεχούς έρευνας. Τα οιστρογόνα, τα οποία μειώνονται κατά την εμμηνόπαυση, παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας του οφθαλμού και της όρασης. Με την ορμονοθεραπεία, αναπληρώνονται οι ορμόνες και επιμηκύνεται η ευεργετική και προστατευτική δράση τους. Ωστόσο, επειδή υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές παρενέργειες της Θ.Ο.Υ, συμπεριλαμβανομένου του αυξημένου κινδύνου του καρκίνου του μαστού και των θρομβώσεων, η χορήγηση θα πρέπει να εξατομικεύεται, και έπειτα από κατάλληλη συμβουλευτική και από τον γυναικολόγο.

Συμπεράσματα

Η εμμηνόπαυση χαρακτηρίζεται από δομικές και λειτουργικές αλλαγές στους οφθαλμούς, προκαλώντας ποικίλλα συμπτώματα και επηρεάζοντας την ποιότητα της όρασης. Η πλειονότητα των μεταβολών οφείλεται στη μείωση και την ανεπάρκεια των οιστρογόνων και οι κυριότερες επιδράσεις στα μάτια είναι η ξηρότητα, η βλεφαρίτιδα, ο καταρράκτης και το γλαύκωμα. Η τακτική αξιολόγηση της ικανότητας όρασης μπορεί να βοηθήσει στην ανίχνευση αυτών των προβλημάτων, επιτρέποντας κατ’ αυτό τον τρόπο την έγκαιρη παρέμβαση προτού να επιδεινωθεί η όραση.

Share with your friends
Tags: